Έπιστάτα, κλύδων με δεινός άμφέπει, Τον σον μαθητήν.
Έξέγειραι, πριν θάνω.
Μόνον κέλευσον, καί ζάλη τεθνήξεται.
Τολμώ φράσαι τι Χριστέ, μη πίεζε με,
Μηδέ σβέσης με τω βαρεί των θλίψεων. Πολλούς έχεις γαρ καί κακωτέρους έμού,
Ους ήλέησας. Μη με κρίνης άξίως. Κενού, κενού δε του ταλάντου το πλέον.
Μιας τίς οίσοι φόρτον ημέρας μόνης; Τίνι προσέλθω τοις κακοίς βαρούμενος;
(Ρ.G., τόμ. 37, 1417)
Μια τρικυμία,Κύριε, τρομερή ταράζει το μαθητή σου. Ξύπνησε προτού χαθώ. Ή εντολή σον άρκεί τα κύματα να πέσουν. Τολμώ ένα ψέλλισμα: Χριστέ, μη με πιέζεις, μη μ' αφανίσεις με των θλίψεων το φορτίο. Δεν είναι λίγοι, καί χειρότεροι από μένα, Πού τους σπλαχνίστηκες. Μη μ' επικρίνεις όσο αξίζω. Παρακαλώ σε, λάφρυνε από το καντάρι το περσότερο. Το φόρτωμα καί μιας μονάχα μέρας ποιος τ' αντέχει; Σέ ποιόν να τρέξω να σωθώ πού οι πίκρες με βαραίνουν;
πηγή
η εικόνα προέρχεται από χειρόγραφο του 15ου αιώνος , και βρίσκεται στη Μονή Διονυσίου